Ένα από τα πιο ξεχωριστά προϊόντα που έχουν γίνει γνωστά σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνο, είναι ο Πλατύκαμπος. Η εξαιρετική ποιότητα, η ιδιαίτερη γεύση και οι πολλαπλές χρήσεις του το καθιστούν αναντικατάστατο στην ελληνική κουζίνα και περιζήτητο διεθνώς.
Η καλλιέργεια του σκόρδου στον Πλατύκαμπο έχει βαθιές ρίζες στο παρελθόν. Οι ντόπιοι παραγωγοί έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα προϊόν εξαιρετικής ποιότητας, ενώ οι μέθοδοι καλλιέργειας και κυρίως ο σπόρος που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί αποτελούν τα θεμέλια της μοναδικότητας του σκόρδου, η φήμη του οποίου φτάνει μέχρι την Ιαπωνία.
Οι διαφορές από τα άλλα σκόρδα
Όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πλατυκάμπου Γιάννης Κουκούτσης, η ποικιλία του ντόπιου σκόρδου Πλατύκαμπος διαφέρει από τα άλλα σκόρδα στην ποιότητα των θρεπτικών συστατικών και των αντιοξειδωτικών, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, η οποία συνέκρινε πολλές ποικιλίες από όλο τον κόσμο.
Παράλληλα, τόνισε ότι η συγκεκριμένη ποικιλία σκόρδου, με όλα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, έχει κερδίσει το ενδιαφέρον των Ιαπώνων και συγκεκριμένα μιας φαρμακευτικής εταιρείας, η οποία λαμβάνει δείγματα εδώ και 5 χρόνια συνεχώς, χρησιμοποιώντας το εκχύλισμά της για την παρασκευή φαρμακευτικών σκευασμάτων.
“1.000 στρέμματα παραγωγής”
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κουκούτσης, μιλώντας για τις δυνατότητες παραγωγής, είπε ότι στον Πλατύκαμπο η παραγωγή φτάνει περίπου τα 1.000 στρέμματα, προσθέτοντας ότι υπάρχει δυνατότητα αύξησης της παραγωγής.
Παράλληλα, σημείωσε ότι πρόκειται για μια καλλιέργεια που είναι αρκετά δαπανηρή καθώς μπορεί να φτάσει από 1.300 έως 1.400 ευρώ ανά στρέμμα. Προς το παρόν, το σκόρδο διακινείται κυρίως στην τοπική αγορά της χώρας, ενώ γίνονται προσπάθειες να αυξηθεί η παραγωγή ώστε να διανεμηθεί ακόμη πιο μαζικά στο εξωτερικό.
Στην κατηγορία των υπερτροφών
Το ενδιαφέρον για το μαύρο σκόρδο είναι αρκετά έντονο στις επαγγελματικές κουζίνες και τα εστιατόρια, και κατατάσσεται στις υπερτροφές, καθώς είναι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.
Η αυξανόμενη ζήτηση για το μαύρο σκόρδο τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά αποτελεί εφαλτήριο για περαιτέρω ανάπτυξη, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης διατροφής και γαστρονομίας.
Το σκόρδο Πλατύκαμπος, είτε στη φυσική του μορφή είτε ως μαύρο σκόρδο, είναι προφανώς ένας θησαυρός της ελληνικής γης, που παντρεύει την παράδοση με την καινοτομία.
Με ρίζες βαθιά στον εύφορο θεσσαλικό κάμπο και τη φροντίδα των τοπικών παραγωγών, συνεχίζει να εντυπωσιάζει τη διεθνή γαστρονομική σκηνή. Γι’ αυτό και αποτελεί ένα προϊόν που όχι μόνο τιμά την τοπική κοινωνία, αλλά αναδεικνύει τον πλούτο της ελληνικής γης στο παγκόσμιο τραπέζι.
Η καλλιέργεια του σκόρδου στον Πλατύκαμπο έχει βαθιές ρίζες στο παρελθόν. Οι τοπικοί παραγωγοί έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα προϊόν εξαιρετικής ποιότητας, ενώ οι μέθοδοι καλλιέργειας και κυρίως ο σπόρος που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί αποτελούν τα θεμέλια της μοναδικότητας του σκόρδου, η φήμη του οποίου φτάνει μέχρι την Ιαπωνία.
Οι διαφορές από τα άλλα σκόρδα
Όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πλατυκάμπου Γιάννης Κουκούτσης, η ποικιλία του ντόπιου σκόρδου Πλατύκαμπος διαφέρει από τα άλλα σκόρδα στην ποιότητα των θρεπτικών συστατικών και των αντιοξειδωτικών, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, η οποία συνέκρινε πολλές ποικιλίες από όλο τον κόσμο.
Παράλληλα, τόνισε ότι η συγκεκριμένη ποικιλία σκόρδου, με όλα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, έχει κερδίσει το ενδιαφέρον των Ιαπώνων και συγκεκριμένα μιας φαρμακευτικής εταιρείας, η οποία λαμβάνει δείγματα εδώ και 5 χρόνια συνεχώς, χρησιμοποιώντας το εκχύλισμά της για την παρασκευή φαρμακευτικών σκευασμάτων.
“1.000 στρέμματα παραγωγής”
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κουκούτσης, μιλώντας για τις δυνατότητες παραγωγής, είπε ότι στον Πλατύκαμπο η παραγωγή φτάνει περίπου τα 1.000 στρέμματα, προσθέτοντας ότι υπάρχει δυνατότητα αύξησης της παραγωγής.
Παράλληλα, σημείωσε ότι πρόκειται για μια καλλιέργεια που είναι αρκετά δαπανηρή καθώς μπορεί να φτάσει από 1.300 έως 1.400 ευρώ ανά στρέμμα. Προς το παρόν, το σκόρδο διακινείται κυρίως στην τοπική αγορά της χώρας, ενώ γίνονται προσπάθειες να αυξηθεί η παραγωγή ώστε να διανεμηθεί ακόμη πιο μαζικά στο εξωτερικό.
Στην κατηγορία των υπερτροφών
Το ενδιαφέρον για το μαύρο σκόρδο είναι αρκετά έντονο στις επαγγελματικές κουζίνες και τα εστιατόρια, και κατατάσσεται στις υπερτροφές, καθώς είναι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.
Η αυξανόμενη ζήτηση για το μαύρο σκόρδο τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά αποτελεί εφαλτήριο για περαιτέρω ανάπτυξη, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης διατροφής και γαστρονομίας.
Το σκόρδο Πλατύκαμπος, είτε στη φυσική του μορφή είτε ως μαύρο σκόρδο, είναι προφανώς ένας θησαυρός της ελληνικής γης, που παντρεύει την παράδοση με την καινοτομία.
Με ρίζες βαθιά στον εύφορο θεσσαλικό κάμπο και τη φροντίδα των τοπικών παραγωγών, συνεχίζει να εντυπωσιάζει τη διεθνή γαστρονομική σκηνή. Γι’ αυτό και αποτελεί ένα προϊόν που όχι μόνο τιμά την τοπική κοινωνία, αλλά αναδεικνύει τον πλούτο της ελληνικής γης στο παγκόσμιο τραπέζι.
Η καλλιέργεια του σκόρδου στον Πλατύκαμπο έχει βαθιές ρίζες στο παρελθόν. Οι ντόπιοι παραγωγοί έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα προϊόν εξαιρετικής ποιότητας, ενώ οι μέθοδοι καλλιέργειας και κυρίως ο σπόρος που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί αποτελούν τα θεμέλια της μοναδικότητας του σκόρδου, η φήμη του οποίου φτάνει μέχρι την Ιαπωνία.
Οι διαφορές από τα άλλα σκόρδα
Όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πλατυκάμπου Γιάννης Κουκούτσης, η ποικιλία του ντόπιου σκόρδου Πλατύκαμπος διαφέρει από τα άλλα σκόρδα στην ποιότητα των θρεπτικών συστατικών και των αντιοξειδωτικών, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, η οποία συνέκρινε πολλές ποικιλίες από όλο τον κόσμο.
Παράλληλα, τόνισε ότι η συγκεκριμένη ποικιλία σκόρδου, με όλα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, έχει κερδίσει το ενδιαφέρον των Ιαπώνων και συγκεκριμένα μιας φαρμακευτικής εταιρείας, η οποία λαμβάνει δείγματα εδώ και 5 χρόνια συνεχώς, χρησιμοποιώντας το εκχύλισμά της για την παρασκευή φαρμακευτικών σκευασμάτων.
“1.000 στρέμματα παραγωγής”
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κουκούτσης, μιλώντας για τις δυνατότητες παραγωγής, είπε ότι στον Πλατύκαμπο η παραγωγή φτάνει περίπου τα 1.000 στρέμματα, προσθέτοντας ότι υπάρχει δυνατότητα αύξησης της παραγωγής.
Παράλληλα, σημείωσε ότι πρόκειται για μια καλλιέργεια που είναι αρκετά δαπανηρή, καθώς μπορεί να φτάσει από 1.300 έως 1.400 ευρώ ανά στρέμμα. Προς το παρόν, το σκόρδο διακινείται κυρίως στην τοπική αγορά της χώρας, ενώ γίνονται προσπάθειες να αυξηθεί η παραγωγή ώστε να διανεμηθεί ακόμη πιο μαζικά στο εξωτερικό.
Στην κατηγορία των υπερτροφών
Το ενδιαφέρον για το μαύρο σκόρδο είναι αρκετά έντονο στις επαγγελματικές κουζίνες και τα εστιατόρια, και κατατάσσεται στις υπερτροφές, καθώς είναι πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά.
Η αυξανόμενη ζήτηση για το μαύρο σκόρδο τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά αποτελεί εφαλτήριο για περαιτέρω ανάπτυξη, καθώς αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης διατροφής και γαστρονομίας.
Το σκόρδο Πλατύκαμπος, είτε στη φυσική του μορφή είτε ως μαύρο σκόρδο, είναι προφανώς ένας θησαυρός της ελληνικής γης, που παντρεύει την παράδοση με την καινοτομία.
Με ρίζες βαθιά στον εύφορο θεσσαλικό κάμπο και τη φροντίδα των τοπικών παραγωγών, συνεχίζει να εντυπωσιάζει τη διεθνή γαστρονομική σκηνή. Γι’ αυτό και αποτελεί ένα προϊόν που όχι μόνο τιμά την τοπική κοινωνία, αλλά αναδεικνύει τον πλούτο της ελληνικής γης στο παγκόσμιο τραπέζι.